Οπτική φαντασμαγορία, αισθητική πιστή στο πρωτότυπο, ωραία μουσική, αλλά ανεπίτρεπτες προσθήκες και μεταποιήσεις στο στόρι, σε αυτό το ριμέικ ζωντανής δράσης μιας από τις κλασικότερες ταινίες του Ντίσνεϊ.

Ο «Ντάμπο», ταινία του 1941 που ο ίδιος ο Ουόλτ Ντίσνεϊ ξεχώριζε από ολόκληρη την φιλμογραφία της Disney, είναι μια κλασική ταινία κινουμένων με σπαρακτικά λυπητερές σκηνές, εξπρεσιονιστική φαντασία, και καμία απολύτως πολιτική ορθότητα. Το σα-να-πούμε ριμέικ ζωντανής δράσης που υπογράφει ο αναμφίβολα ταλαντούχος κύριος Μπάρτον έχει προκρούστεια προσαρμοστεί στις σημερινές (στουντιακές και μη) επιταγές περί του τι επιτρέπεται και τι δεν επιτρέπεται να δείχνει μια παιδική ταινία made in USA. Εμ, τι το ξαναπιάνεις τότε το κακορίζικο το ιπτάμενο ελεφαντάκι, όταν α) δεν γίνεται να μην στηλιτεύσεις/ απορρίψεις τον βασανισμό των ζώων στα τσίρκα παλαιάς κοπής, ή β) δεν προτίθεσαι να αφήσεις τον ανθρώπινο παράγοντα απέξω και στο φόντο (θυμηθείτε την υπέροχη σκηνή του πρωτότυπου, όπου οι εργάτες που τραγουδούν μες στη βροχή στήνοντας την τέντα του τσίρκου δεν έχουν καν σαφή χαρακτηριστικά προσώπου). Από την άλλη, για να λέμε την αλήθεια, χάρη στην ψηφιακή τεχνολογία αιχμής, ο ίδιος ο Ντάμπο είναι μια συμπαθέστατη, πετυχημένη μίξη αληθινού ελέφαντα και του γαλανομάτικου, εκφραστικού σκίτσου της παλιάς ταινίας. Κι όταν πετάει είναι όντως μαγικός και ρεαλιστικός ταυτόχρονα.

Αλλά του στόρι του έχουν αλλάξει τα φώτα. Ο ποντικός Τίμοθι, ας πούμε, ο μοναδικός φίλος του Ντάμπο στο ανιμέισον (με τον οποίον ο ιπτάμενος ελέφαντας βιώνει εκείνη την ψυχεδελική σκηνή μεθυσιού) δεν υπάρχει καν. Η μοίρα και η ιστορία του Ντάμπο γράφεται πια χάρη στους ανθρώπους. Καλούς και λιγότερο καλούς… Είναι ο Μαξ Μέντιτσι (Ντε Βίτο, πάντα γλύκας), ο ιδιοκτήτης του σαραβαλιασμένου τσίρκου, όπου γεννιέται ο Ντάμπο. Είναι ο αναβάτης αλόγων, Χολτ Φάριερ (Φάρελ, αδιάφορος), που γυρίζει μονόχειρας από τον Α’ Παγκόσμιο (ναι, έχει πάει ένα τσικ πιο κάτω η χρονολόγηση της ταινίας) και μαθαίνει ότι η παρτενέρ-σύζυγος έχει πεθάνει, αφήνοντάς του την 12χρονη Μίλι (Πάρκερ) και τον μικρότερο Τζο (Χόμπινς), τα δυο παιδιά που ουσιαστικά θα ξεκλειδώσουν το ιπτάμενο ταλέντο του μικρού ελέφαντα. Είναι η ωραία γαλλίδα ακροβάτισσα Κολέτ Μαρσάν (Γκριν, εντυπωσιακή πάντα), που καίτοι δουλεύει στο Dreamland, το λουναπάρκ-τσίρκο-υπερπαραγωγή του πλούσιου Βι Έι Βάντεβιρ (Κίτον) διατηρεί υψηλά ιδανικά και καλή καρδιά. Όσο για τον Βάντεβιρ –του οποίου το φαντασμαγορικό και οριακά φουτουριστικό πάρκο πρωταγωνιστεί στο τρίτο, μακράν χειρότερο και εντελώς αχρείαστο κομμάτι της ταινίας– φοβάμαι ότι στον μόνο που παραπέμπει είναι στον ίδιο τον… Ουόλτ Ντίσνεϊ. Ουπς! Όσο για τραγούδια, μόνο ένα είναι κάπως οργανικά ενταγμένο στη δράση. Ευτυχώς που υπάρχει η ωραία μουσική του μονιμά του Μπάρτον, Ντάνι Έλφμαν.

Τατιάνα Καποδίστρια

πηγή: tospirto.net