Η ηθοποιία, ως ποίηση του ήθους, έχει να κάνει με πολύ λεπτά συναισθήματα. Κάθε φορά που ένας ηθοποιός ερμηνεύει, όχι απλώς δεν κρύβεται, αλλά αντιθέτως αποκαλύπτεται. Ακόμη και πίσω από την τέλεια μάσκα εκθέτει τον εαυτό του πλήρως απογυμνωμένο στο πάντα αχόρταγο βλέμμα του φιλόμουσου θεατή, αφήνεται στα χέρια της μούσας κι όσο πιο καλά έχει κατεργαστεί το μέσα του, τόσο πιο δύσκολα καταβάλλεται και αποσυντονίζεται.

Γνώστες αυτής της καίριας για την επιτυχία συνθήκης φάνηκε πως ήταν όλοι οι συντελεστές της ελληνικής μεταφοράς – στο Θέατρον του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» – του δημοφιλέστατου και πολυθρύλητου μιούζικαλ «Cats» του Andrew Lloyd Weber, μιας εκρηκτικής συνάντησης μουσικής, χορού, τραγουδιού και αυθεντικής ποίησης που αποθεώθηκε από εκατομμύρια θεατές σε πάνω από 20 χώρες σε όλο τον κόσμο και τιμήθηκε, μεταξύ άλλων, με επτά βραβεία Tony, δύο βραβεία Laurence Olivier και δύο βραβεία Grammy.

Για την ιστορία, το «Cats» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1981 στο West End του Λονδίνου, όπου και παιζόταν αδιάλειπτα επί εικοσιένα ολόκληρα χρόνια. Μάλιστα το 1982 μεταφέρθηκε στο Broadway και συνέχισε με αμείωτη επιτυχία για δεκαοκτώ χρόνια, ως και το 2000. Αρχικά βέβαια, ο σπουδαίος δημιουργός του «Cats», θέλοντας απλώς να μελοποιήσει τα ποιήματα του T.S. Eliot που λάτρευε ως παιδί, συνέθεσε μουσική που έγινε αμέσως κλασική. Ο Webber συνδύασε με απίστευτη μαεστρία στοιχεία τζαζ, ποπ, music hall και ροκ μουσικής. Η μελοποιημένη αυτή ποίηση συστήθηκε στο κοινό για πρώτη φορά το 1980 στο Sydmonton Festival που διευθύνει από το 1975 ο ίδιος ο Webber. Τη βραδιά παρακολούθησε η χήρα του T.S. Eliot, η οποία ενθουσιάστηκε πολύ με το αποτέλεσμα κι εμπιστεύτηκε στον Webber ανέκδοτα ποιήματα του συζύγου της. Έτσι, γεννήθηκε το «Cats», μια παράσταση που μετάλλαξε ριζικά τα θεμέλια σύνθεσης και δημιουργίας του μιούζικαλ.

Η υπόθεση, λοιπόν, του θεατρικού μιούζικαλ «Cats» είναι αποκλειστικά βασισμένη σε μια ποιητική συλλογή του Eliot, μιας από τις πιο εμβληματικές ποιητικές προσωπικότητες του εικοστού αιώνα, θιασώτη, υπέρμαχου και ηγετικής φυσιογνωμίας του μοντερνιστικού κινήματος στην ποίηση.
cats1
Μάλιστα, ένα από τα στοιχεία της γοητείας της ποίησης του Έλιοτ είναι ότι πάντοτε πίσω από το εξωτερικό «μορφολογικό» δράμα, που δημιουργείται από τον τρόπο που χρησιμοποιεί τις λέξεις του, παίζεται κι άλλο ένα ακόμη πιο βαθύ και παράλληλο προς το πρώτο, το νοηματικό δράμα, το οποίο οδηγεί τις λέξεις να τοποθετηθούν ακριβώς με τέτοιο τρόπο ώστε να αισθητοποιήσουν εντονότερα την ατμόσφαιρα και το συναίσθημα που επιθυμεί να εκφράσει ο ποιητής, ο οποίος οργανώνει, έτσι, με τρομακτική διαύγεια το ποιητικό υλικό του.

Επιφορτισμένος με τη στιχουργική απόδοση στην ελληνική – για πρώτη φορά – του απαιτητικού μιούζικαλ-ύμνου στο εντυπωσιακό τετράποδο αιλουροειδές, «Cats», ήταν ο χαρισματικός Γεράσιμος Ευαγγελάτος, ο οποίος το αποτύπωσε πιστά με υπευθυνότητα και σεβασμό, ιχνηλατώντας νοηματικά, μορφολογικά και υφολογικά στο πρωτότυπο και διατηρώντας μάλιστα στο ακέραιο τους χρωματισμούς, τη δυναμική, την εκφραστικότητα, τη μελωδικότητα, τις κορυφώσεις και τις απολήξεις του έργου.

Η σκηνοθετική σύλληψη της ελληνικής μεταφοράς ανήκει στον καταξιωμένο του είδους πια, Δημήτρη Μαλισσόβα, που – χωρίς να αποκλίνει κι αυτός από την πηγή – έκανε ορισμένες μικρές εμπνευσμένες ανανεωτικές «ενέσεις», εκμεταλλευόμενος την ιδιαίτερη σκηνογραφία που επιμελήθηκε ο Κωνσταντίνος Ζαμάνης, ο οποίος ελίχθηκε με μεγάλη εφευρετικότητα, προκειμένου να μας εισαγάγει ολοκληρωτικά στον μαγευτικό και ίσως αναπάντεχα γοητευτικό «γατόκοσμο», βάζοντας έτσι κι αυτός το λιθαράκι του στο στήσιμο μιας υπερπαραγωγής εφάμιλλης του εξωτερικού.

Το σκηνικό του «Cats» απεικονίζει έναν πελώριο σκουπιδότοπο, ο οποίος στην ελληνική σκηνή αποδίδεται κάπως πιο μινιμαλιστικά και εξευγενισμένα, δίχως υπερβολές και σκηνογραφικούς «βερμπαλισμούς», χωρίς όμως να αποποιείται στο ελάχιστο την ταυτότητα μυστηρίου και έντασης του μιούζικαλ. Ακόμη, πίσω από τις στέγες των σπιτιών, που είχαν καταλάβει εξολοκλήρου οι γάτες, απλώνεται ο «γατίσιος ουρανός», στη μέση σχεδόν του οποίου δεσπόζει ένα μεγάλο ολόγιομο φεγγάρι.
cats4
Αξιοσημείωτο και βασικό γνώρισμα του T.S. Eliot είναι η ενότητα του χώρου (οι ήρωες τοποθετούνται συνήθως σε ένα συγκεκριμένο αστικό περιβάλλον) που συμπληρώνει την κατάτμηση του χρόνου που υιοθετείται. Τα γεγονότα παρατίθενται αφηρημένα και συνειρμικά, σαν οι ήρωες να παραπαίουν ανάμεσα στην πραγματικότητα και τις αναμνήσεις τους. Η ποίηση παίρνει πια «διαζύγιο» από τον εμπειρικό κόσμο και καθίσταται αυθύπαρκτη, αυτάρκης και αυτόνομη.

Σ’ αυτό το συγκεκριμένο αστικό περιβάλλον, τον σκουπιδότοπο, όπου καθ’ όλη τη διάρκεια του μιούζικαλ εκτυλίσσονται ξεχωριστά δρώμενα, συγκεντρώνονται οι Jellicle Cats. Ποιες είναι οι Jellicle Cats; Είναι γάτες με καταγωγή, ζούνε σε σπίτια ή σε θέατρα συμβιώνοντας με τους ανθρώπους, είναι καλλιεργημένες και εκλεπτυσμένες. Είναι γάτες με εύκολη ζωή και «καθώς πρέπει», γεγονός που οπωσδήποτε αποκρυσταλλώθηκε στο θεατή χάρη και στα πλούσια, ευφάνταστα και εντυπωσιακά κοστούμια τους.

Ήδη εξ’ αρχής, αφού μας παρουσίασαν τα βασικά και ιδιαίτερα στοιχεία της «γατότητας», μας ενημέρωσαν πως κάθε γάτα έχει τρία διαφορετικά ονόματα. Το ένα είναι το ανθρώπινο, αυτό με το οποίο εμείς τις ονοματοθετούμε και είναι γνωστές στον κόσμο. Το δεύτερο είναι το όνομα που μόνες τους επιλέγουν, ενώ το τρίτο είναι φυσικά το όνομα της φυλής που ανήκουν!
Όλη η ιστορία ουσιαστικά διαδραματίζεται τη νύχτα του καθιερωμένου ετήσιου χορού των Jellicle Cats, όπου o αρχηγός τους, ο γερο-Δευτερόνομος, θα ανακοινώσει ακριβώς πριν από την αυγή το όνομα της γάτας που θα ξαναγεννηθεί και θα ζήσει μια νέα ζωή στο «γατίσιο ουρανό». Οι γάτες διασκεδάζουν διηγούμενες παλιές ιστορίες για τις πιο δημοφιλείς γάτες της ράτσας τους, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζονται σταδιακά πολλές και διαφορετικές προσωπικότητες γατών και κυρίως βέβαια αυτές που διεκδικούν την αναγέννηση.

Ξεδιπλώνονται μπροστά μας χαρακτήρες με τους οποίους είμαστε αρκετά εξοικειωμένοι, είτε γιατί μας θυμίζουν τους ίδιους μας τους εαυτούς, είτε γενικά ανθρώπους και τα πάθη τους, που συναντάμε στην πραγματικότητά μας. Βλέπουμε γάτες σκανδαλιάρες, γάτες θαρραλέες, γάτες μάγους, γάτες εγκληματίες που σπέρνουν φόβο και τρόμο, γάτες που λοξοδρόμησαν, έχασαν τον στόχο και τώρα παλεύουν για μια νέα ζωή και μια καινούργια αρχή. Τις γνωρίζουμε πια με τα δικά τους ονόματα γιατί μας βάζουν στον κόσμο τους, σπάζοντας τον όρκο της σιωπής τους μελωδικά, με τη συνοδεία μιας άρτιας και πολυμελούς ορχήστρας, την οποία διευθύνει ο Αλέξιος Πρίφτης.

Οι δύο συναισθηματικές κορυφώσεις, η μια δυνατότερη από την άλλη, είναι όταν τα ηνία παίρνουν ο υπερήλικος πια γάτος ηθοποιός, Gus, που υποδύεται μοναδικά o καταξιωμένος ηθοποιός Κώστας Αρζόγλου καθώς και η «glamour cat» του έργου, Grizabella, που ενσαρκώνει ανεπανάληπτα η περιζήτητη και σπουδαία, διεθνούς φήμης Ελληνίδα σοπράνο Σόνια Θεοδωρίδου, το φωνητικό μεγαλείο της οποία αποκαλύπτεται κατά την ερμηνεία του τραγουδιού-διαμαντιού του μιούζικαλ, «Memory», μιας μπαλάντας που πέρασε στην αιωνιότητα εξαιτίας και της ηχογράφησής της από την Barbara Streisand.

Όλη αυτή η ιεροτελεστική διεργασία στους κόλπους του «γατόκοσμου» ολοκληρώνεται με την απόφανση του γερο-Δευτερόνομου, που ανακοινώνει πως η Grizabella θα είναι τελικά αυτή που θα αναγεννηθεί, και επιστεγάζεται με τον «γατίσιο ύμνο»-μήνυμα προς την ανθρωπότητα πως «αν σου φαίνεται ότι η γατότητα μισεί την οικειότητα … για να στεριώσεις το δεσμό μια γάτα θέλει σεβασμό!»

Αξιοσημείωτο είναι πως όλες οι σκηνές είναι χορωδιακά αλλά και χορευτικά πλαισιωμένες από το Χορό, το πλήθος των γατών, που – εκτός από τις δικές τους προσωπικότητες – ενσαρκώνουν άλλοτε τις Σιαμέζες, άλλοτε τους ηθοποιούς πειρατές και γενικά εναλλάσσονται σε κάθε δρώμενο που διαδραματίζεται επί σκηνής. Ο Χορός αυτός, που «οργώνει» το πολυεπίπεδο σκηνικό της παράστασης, φαίνεται πως είναι πάντα ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των σκηνών, βοηθώντας με την κίνησή του τις ομαλές σκηνικές «μεταβάσεις» και δίνοντας μεγαλύτερη ένταση και πνοή. Κι όλα αυτά μέσα από τις ιδιαίτερα πρωτότυπες χορογραφίες του Θοδωρή Πανά, της Λίζας Μπάσοβα, του Κωνσταντίνου Μακρυπίδη και της Στεφανίας Σωτηροπούλου.

Ακόμη επιστρατεύτηκαν αρκετά τεχνικά σκηνοθετικά μέσα, διαφορετικής υφής και ιριδισμού φώτα, πυροτεχνήματα, εφέ και αντικείμενα, τα οποία και επέτειναν την έννοια του θεατρικού υπερθεάματος, ενισχύοντας μία ξεχωριστή καθ’ όλα σκηνοθετική αντίληψη.

Το μιούζικαλ «Cats», ως ένα πολύτιμο δάνειο από το εξωτερικό, αποπληρώθηκε και με το παραπάνω, χάρη στην αξιέπαινη παρθενική απόδοσή του στα ελληνικά, που χρωμάτισαν με ακόμη μεγαλύτερη ένταση έναν πραγματικά εκθαμβωτικό ογκόλιθο τέχνης, με τον οποίο αναμετρήθηκαν γενναία και επιτυχώς όλοι οι συντελεστές, που φρόντισαν με ζήλο τα πάντα εντρυφώντας στη λεπτομέρεια! Εξάλλου κάθε έργο που γνωρίζει επιτυχία, έχει μέσα του ένα μικρό θαύμα. Εδώ το θαύμα ήταν η απόλυτη χημεία του καστ, που – γνωρίζοντας πως η ουσία της θεατρικής σκηνής είναι η συγκέντρωση και η διεισδυτικότητα – μετέτρεψε την αγωνία του σε υπηρέτρια της δημιουργικότητας, εξωτερικεύοντας έναν ακατάλυτο δυναμισμό και αποπνέοντας μια αδάμαστη, απόκοσμη και καθηλωτική εσωτερική ενέργεια!

Ο ίδιος ο Eliot ισχυριζόταν: «Ένα θεατρικό έργο πρέπει να σου δίνει τις λαβές να σκεφτείς κάτι. Όταν βλέπω ένα έργο και το καταλαβαίνω με την πρώτη, τότε ξέρω ότι δεν είναι και πολύ καλό…» Το μιούζικαλ «Cats» δικαιώνει απόλυτη την άποψη του ίδιου του δημιουργού του. Κι είναι οι αλληγορίες, που προκύπτουν μέσα από την αποτύπωση της ασυμβίβαστης ομορφιάς και των μυστήριων προσωπικοτήτων των γατών, καθώς και τα υποδόρια μηνύματα της συγχώρεσης, της αλληλεγγύης και της διαφορετικότητας που καθιστούν το «Cats» μία μοναδική εμπειρία ελευθερίας και κάθαρσης!

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μαλισσόβας
Απόδοση κειμένου: Γεράσιμος Ευαγγελάτος
Μουσική διδασκαλία – Διεύθυνση ορχήστρας: Αλέξιος Πρίφτης

Πρωταγωνιστούν:

Ευγενία Λιάκου – Ιάσων Μανδηλάς – Πάνος Μαλικούρτης – Άρης Πλασκασοβίτης – Πάνος Παταγιάννης – Ίαν Στρατής – Κατερίνα Σούσουλα – Άννα Φιλιππάκη και η Μαίρη Συνατσάκη.

Συμμετέχουν:

Έλενα Βακάλη – Μαρία Δελετζέ – Πάνος Δεσινιώτης – Δημήτρης Καράλης – Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου – Ντένια Λεβέντη – Άννα Μάγγου – Πάνος Μαλακός – Γιάννης Μανιατόπουλος – Γιώργος Μαντάς – Κυριάκος Σαλής – Αντώνης Σιδεράς – Στεφανία Σωτηροπούλου – Λίζι Σπαχή – Εύα Σταμάτη.

Χορογραφίες: Θοδωρής Πανάς – Λίζα Μπάσοβα – Κωνσταντίνος Μακρυπίδης – Στεφανία Σωτηροπούλου
Σκηνογραφία: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Κοστούμια: Διονύσης Κολποδίνος
Μακιγιάζ: Μake Up Lab by Yannis Marketakis
Hairstyling: Τρύφωνας Σαμαράς
Φωτισμοί: Περικλής Μαθιέλης
Κινησιολογία: Άλκηστις Πολυχρόνη
Ήχος: Νίκος Χρονόπουλος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Γιώργος Σουλεϊμάν
Βοηθός Χορογράφου: Μαρία Βάθη
Graphic Designer: Κων/νος Γεωργαντάς
Φωτογραφίες αφίσας: Πάνος Γιαννακόπουλος
Trailer : Νίκος Οικονομίδης
catsafisa

 

πηγή: ogdoo.gr