Όλοι όσοι αγαπάμε την Άγκαθα Κρίστι, θυμόμαστε τον καλοκαιρινό, εφηβικό εαυτό μας με ένα από τα θρυλικά κίτρινα βιβλιαράκια των εκδόσεων «Λυχνάρι» στο χέρι, να έχουμε βυθιστεί σε κάποιο από τα καλοδομημένα, φονικά της παζλ. Το ένα βιβλίο έφερνε το επόμενο και, οι πιο εκπαιδευμένοι, κατορθώναμε πού και πού να λύσουμε το μυστήριο μια ανάσα πριν από τον Ηρακλή Πουαρό ή τη μις Μαρπλ. Όμως στη συντριπτική πλειονότητα, η λαίδη Άγκαθα μας την έφερνε. Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι και η «Σοφίτα με τις Αράχνες», από τα αγαπημένα βιβλία της ίδιας, όπως διαβάσαμε πρόσφατα –αλλά και της γράφουσας, αν αυτό έχει κάποια σημασία.
Η «Σοφίτα», ο πρωτότυπος τίτλος της οποίας ήταν «Crooked House», δεν περιλαμβάνει κανέναν από τους δύο θρυλικούς ντετέκτιβ της Κρίστι. Επίσης, δεν ανήκει στα 3-4 πιο διάσημα βιβλία της, πράγμα που αποτελεί ατού για την ταινία «Δέκα Ύποπτοι για Φόνο» του Ζιλ Πακέ-Μπρενέρ σε σχέση, ας πούμε, με το «Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές» (που είδαμε το φθινόπωρο), το οποίο δεν μπορούσε να βασιστεί στο σασπένς με την ίδια άνεση, αφού το στόρι του είναι πασίγνωστο.
Γιατί, κακά τα ψέμματα. Τα μυθιστορήματα της Κρίστι δεν μπορούσαν να δρέψουν ακριβώς λογοτεχνικές δάφνες –ειδικά αν τα συγκρίνει κανείς με μερικά σύγχρονα crime αριστουργήματα. Παραμένουν όμως αξεπέραστα όσον αφορά τη δαιδαλώδη τους πλοκή, αλλά και πρωτοπόρα όσον αφορά την ψυχολογική προσέγγιση των χαρακτήρων. Έτσι, σε μια ταινία βασισμένη σε μυθιστόρημα της Κρίστι, το ενδιαφέρον συμπυκνώνεται κυρίως στο ερώτημα «ποιος το έκανε».
Εδώ ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ελληνικού ενδιαφέροντος (Αριστείδης Λεωνίδης) και …αόρατος, καθότι νεκρός. Η αύρα του, βεβαίως, απλώνεται παντού, γιατί ο αυτοδημιούργητος κροίσος ήταν ένας δεσποτικός πάτερ φαμίλιας, ο οποίος ήθελε να ελέγχει απόλυτα τις ζωές όλων των μελών της οικογένειάς του. Δύο ευνουχισμένοι συναισθηματικά γιοί, οι επιβλητικές γυναίκες τους, η αδελφή της πρώτης του συζύγου, η νεαρή δεύτερη σύζυγος (την υποδύεται η ζουμερή Κριστίνα Χέντρικς του «Mad Men») και τα εγγόνια του, υπήρξαν μαριονέτες στα επιδέξια χέρια του Λεωνίδη –και εξακολουθούν να είναι, ακόμα και τώρα που το μόνο που έχει απομείνει από αυτόν είναι ένα σκιαχτικό πορτραίτο στον τοίχο. Το ερώτημα «ποιος τον σκότωσε και γιατί» έρχεται να λύσει ένας νεαρός ντεντέκτιβ (Μαξ Άιρονς), πρώην φλερτ της ωραίας εγγονής Σοφίας (Στέφανι Μαρτίνι) και πρώην διπλωμάτης με πρόσβαση στη Σκότλαντ Γιαρντ.
Οι δημιουργοί των «Δέκα Υπόπτων» έβαλαν τα δυνατά τους να αναπαραγάγουν την ατμόσφαιρα της χλιδής που είχε χτίσει η συγγραφέας, η οποία, ως γνωστόν, έβρισκε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στις θανάσιμες ανασφάλειες που έκρυβε κάτω από την καθωσπρέπει γυαλάδα της η υψηλή τάξη, την οποία και γνώριζε καλύτερα από την εργατιά με τα διαφανή πάθη. Η έπαυλη-κάστρο που φιλοξενεί την οικογένεια απεικονίζεται λοιπόν πνιγμένη στην πολυτέλεια, με τα δωμάτια να αντανακλούν τη διαφορετική προσωπικότητα (και τρέλα) του καθενός. Η δράση στην ταινία έχει μεταφερθεί από τα 1940s στα 1950s, προσφέροντας έτσι ροκ εντ ρολ πινελιές, οι οποίες δεν εξυπηρετούν πάντως κάποιον εμφανή σκοπό, πλην του να χαλαρώσουν λίγο το μάτι και το αυτί μέσα από ένα ρομαντικό (αν και ξεκάρφωτο) χορευτικό και το “Motherless Child” ως μουσική υπόκρουση κάποιας σκηνής που επιχείρησε να είναι συναισθηματικά φορτισμένη.
Όμως, δεν υπάρχει ιδιαίτερο συναίσθημα στο «Δέκα Ύποπτοι για Φόνο», αν εξαιρέσεις το φινάλε του. Παρόλο που ο Πουαρό λείπει, είναι τα φαιά γκρίζα κύτταρα αυτά που καλούνται και πάλι να ενεργοποιηθούν. Επίσης, ακριβώς όπως και η Κρίστι, η οποία ποτέ δεν υποκρίθηκε ότι αγάπησε τη δράση όσο λάτρεψε τον λόγο, έτσι και ο Πακέ-Μπρενέρ βάζει τους ήρωές του να μιλούν κοφτά (παραπέμποντας σε vintage τύπου ερμηνείες), πλην ακατάπαυστα. Καμία κουβέντα τους δεν είναι νωχελική ή κενή νοήματος: εκτοξεύουν αποκλειστικώς σκοτεινά υπονοούμενα, με τον στόμφο που αρμόζει στην κοινωνική τους θέση, σπέρνοντας υποψίες είτε για το άτομό τους, είτε για τους άλλους.
Κυρίαρχη φιγούρα η θεία Ίντιθ της Γκλεν Κλόουζ, η οποία υπονοεί κ α ι πυροβολώντας, κάνοντας σαφές από τα πρώτα πλάνα ότι είναι μια αριστοκράτισα ικανή για όλα. «Υπάρχουν διαφορετικά είδη ασπαχνίας στην οικογένειά μας», πληροφορεί κάποιος τον ντετέκτιβ Τσαρλς Χέιγουορντ. «Αυτό είναι το πιο ανησυχητικό: τα διαφορετικά είδη». Στην πραγματικότητα, όλοι στην οικογένεια Λεωνίδη (αλλά και ο δάσκαλος και η νταντά, που συμπληρώνουν το γαϊτανάκι των υπόπτων) είναι ικανοί για όλα. Γιατί όλοι νιώθουν ότι η αγάπη και το μίσος είναι οι δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος.
Πολλά χρόνια πριν οι ψυχίατροι ξεκινήσουν να μιλούν για τη ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας (από την οποία, όπως γνωρίζουμε σήμερα, πάσχουν αρκετοί serial killers), η αξιοθαύμαστη Άγκαθα είχε ορίσει τα βασικά της γνωρίσματα μέσα από τη σκιαγράφηση του δολοφόνου του «Crooked House»: «Ματαιοδοξία. Απουσία ενσυναίσθησης. Διαστρεβλωμένη αίσθηση ηθικής. Βεβαιότητα ότι οι νόμοι που αφορούν τους κοινούς θνητούς δεν αφορούν τον ίδιο». Παρακολουθώντας λοιπόν το «Δέκα Ύποπτοι για Φόνο», εκείνο που κυρίως θαυμάζεις είναι η ευφυία της Κρίστι. Κατά τα άλλα, μεταφερμένη στη μεγάλη οθόνη, η πλοκή δίνει συχνά την αίσθηση ότι αγκομαχάει χωρίς να παίρνει ανάσες, ενώ οι ερμηνείες μοιάζουν βεβιασμένες και αγχωμένες (με εξαίρεση τον άνευρο Άιρονς) και όχι ιδιαίτερα πειστικές (με εξαίρεση την Γκλεν Κλόουζ, που τους ρόλους αμφιλεγόμενων, ακραίων ηρωίδων τους τρώει για πρωινό).
Παρόλα τα μειονεκτήματά του, το «Δέκα Ύποπτοι για Φόνο» μπορεί να προσφέρει ένα συμπαθές ψυχαγωγικό δίωρο –εκτός αν η «Σοφίτα με τις Αράχνες» σας έχει μείνει κι εσάς αξέχαστη.
Η.Π.Α.
Σκηνοθεσία: Ζιλ Πακέ- Μπρενέρ
Πρωταγωνιστούν: Γκλεν Κλόουζ, Στέφανι Μαρτίνι, Μαξ Άιρονς,Κριστίνα Χέντρικς, Τζίλιαν Άντερσον, Τέρενς Σταμπ.
Διανομή: Seven Films
πηγή: avopolis.gr