Έφυγε απόψε από τη ζωή, σε ηλικία 87 ετών, ο σπουδαίος ζωγράφος Αλέκος Φασιανός. Ο εμβληματικός καλλιτέχνης, που σφράγισε με το έργο του την εποχή του, αντιμετώπιζε τα τελευταία χρόνια προβλήματα υγείας. Άφησε την τελευταία του πνοή σπίτι του, έχοντας στο πλευρό του τη σύζυγό του Μαρίζα και τα δύο τους παιδιά.

Η ημερομηνία της κηδείας του δεν έχει ακόμα ανακοινωθεί.

Ποιος ήταν ο Αλέκος Φασιανός

Όταν δεν ζωγραφίζω είμαι δυστυχής» δήλωνε σε παλαιότερη συνέντευξή του.

Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην ΑΣΚΤ (1955-1960) με τον Γιάννη Μόραλη. Λίγο μετά την πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα (1960, γκαλερί Α23), πήγε στο Παρίσι με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην Ecole des Βeaux-Αrts, κοντά στους Clairin και Dayez (1962-64). Τελικά εγκαταστάθηκε πιο μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου έζησε επί 35 χρόνια, κρατώντας πάντως μια στενή και τακτική σχέση με την Ελλάδα.

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τέχνης του διαμορφώθηκαν βαθμιαία, κατά τη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους Έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής.

Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική, διατηρώντας μέχρι τέλους την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τη βιωμένη εμπειρία του ελληνικού χώρου.

Στα θέματά του κυριαρχεί η ανθρώπινη φιγούρα, η οποία αποδίδεται αρχικά με μια ηθελημένη απλοϊκότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στο χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση.

Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και ενιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά. Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται καταρχήν από μια οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.

Είχε ασχοληθεί με την εικονογράφηση βιβλίων γνωστών ποιητών και συγγραφέων στην Ελλάδα και τη Γαλλία (των Ελύτη, Ταχτσή, Καβάφη, Aragon, Apollinaire κ.ά.). Έχει επίσης σχεδιάσει αφίσες και γραμματόσημα. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και άλλους θιάσους, σε παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων.

«Είναι κάποια πράγματα που γίνονται αναπόφευκτα, σαν να έχουν προγραφεί από παλιά. Θυμάμαι, όταν ήμουν στη Σχολή Καλών Τεχνών, ζωγράφιζα στο δάπεδο, μπροστά στους συμμαθητές μου». Και μένουν για πάντα. Με αυτή τη φράση ξεκινά ο Αλέκος Φασιανός ένα σημείωμά του στο περιοδικό «Ζυγός» το 1973. Και συνεχίζει να πορεύεται έτσι στη ζωγραφική. Με την περιέργεια, τον ενθουσιασμό, αλλά και τη στάση μικρού παιδιού. «Πολλές φορές έκλαιγα, κρυφά, γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω τι είναι ζωγραφική. Μου άρεσε όμως να απλώνω ένα χρώμα έντονο, ένα κόκκινο ή ένα μπλε σε μια μεγάλη επιφάνεια που να παριστάνει κάτι». Και αυτά που παριστάνει στα έργα του – από τους πρώτους ποδηλάτες που καπνίζουν με ανακατεμένα μαλλιά μέχρι τις «αναμονές» στα αυθαίρετα για ένα πιο άνετο αύριο των νεοελλήνων και από τους ερωτευμένους αγγέλους μέχρι τους αρχαίους θεούς και τους ήρωες – μιλούν ελληνικά, που ω του θαύματος, καταλαβαίνει όλος ο κόσμος.

Παρουσίασε το έργο του σε περισσότερες από 70 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Η τελευταία αναδρομική του έκθεση έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη (2004), με τίτλο Φασιανός, Μυθολογίες του καθημερινού. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη του κόσμου (Μπιενάλε Sao Paulo 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Ευρωπάλια, Βρυξέλλες 1982, Μπιενάλε Γραφιστικής Μπάντεν – Μπάντεν 1985, κ. ά.).

Κάποιους από τους πίνακες τους μπορούμε να βρούμε στην Εθνική Πινακοθήκη εδώ

Πληροφορίες για τον ίδιο στην σελίδα του εδώ

Η πορεία της ζωής του εδώ.