Παιδιά δεν έκανε, αλλά τα «παιδιά της μουσικής» είναι όλα δικά της. Το έχει κερδίσει αυτό με το σπαθί της. Γιατί δεν είναι δυνατόν να μιλήσει κανείς με την Δήμητρα Γαλάνη και να μη φύγει σίγουρος πως ό,τι έχει ειπωθεί στην συζήτηση, είναι «γραμμένο» και μάλιστα με μεγάλα γράμματα σ’ όλη της την καλλιτεχνική πορεία. Αρκεί να ανοίξει τα μάτια του να δει… Αυτή η ωραία της δίψα για το νέο, το «ανεξίθρησκο» που είχε από την αρχή της καριέρας της, την κρατάει σταθερά σε φόρμα – μια «παλιά», μέσα στα σούρτα φέρτα των μουσικών της νεώτερης γενιάς. Μέσα στη « γλώσσα τους» και τους ορίζοντές τους, τους προβληματισμούς τους. Αν δεν είναι αυτό το ανακάτεμα μουσικών και ηλικιών, αυτές οι …αταίριαστες (φαινομενικά) συναντήσεις, το «μυστικό» για τη δική της νεότητα ποιο άλλο να είναι;
Όλα αυτά στον απόηχο ενός χειμώνα που, ενώ δεν είχε τη φωναχτή επιτυχία μιας «Εκδρομής» (η συνεργασία της με τον Σ. Δράκο), μας άφησε κατά τι πλουσιότερους μουσικά ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της σύγχρονης ελληνικής μουσικής δημιουργίας: Όποιος είδε το πρότζεκτ της με τους Chronos και τους Τακίμ στο Μέγαρο Μουσικής καταλαβαίνει τι λέω. Αλλά και η παράσταση της στο Gazarte στημένη με τη βοήθεια μιας πενταμελούς μπάντας εξαιρετικών μουσικών και καλεσμένο της τον Μιχάλη Χατζηγιάννη, είχε ένα επιπλέον ενδιαφέρον μουσικά– κυρίως στο πως μεταμορφώθηκαν παλιά, «αδικημένα» κομμάτια με τις νέες τους ενορχηστρώσεις. Έχοντας δει και τις δυο παραστάσεις, ξέρω μέσα μου το κοινό τους σημείο (ακόμα και τα κοινά ονόματα των μουσικών που συμμετείχαν). Ας αρχίσουμε όμως από τις …διαφορές τους. Και μια εξ αυτών είναι Μιχάλης Χατζηγιάννης. Ο Μιχάλης Χατζηγιάννης που «επέστρεψε». Και ο οποίος εντάχθηκε τέλεια στα… σημεία και το πνεύμα Γαλάνη, δέκα πέντε χρόνια μετά την πρώτη τους συνάντηση στο Ζυγό…
«Ο Μιχάλης είναι ένα παιδί που έχει γεννηθεί χαρισματικό. Και είναι καλός μουσικός – πράγμα που δεν είναι γνωστό στον κόσμο», μου λέει.
Την ενδιαφέρουν οι μουσικοί και η μουσική τους. Έχοντας δε επαφή με την νέα γενιά (όπως μου λέει) και ξέροντας πόσο ενδιαφέρον νέο υλικό βγαίνει καθημερινά το οποίο δε βρίσκει διέξοδο, κάνει ό,τι μπορεί…«κι όπου σταθώ λέω ναι ρε παιδί μου, μπράβο στην μάνα σου και στον πατέρα σου. Όταν μάλιστα βλέπω ότι υπάρχει ένα ταλέντο και μια ησυχία, μια σιγουριά- πέρα από την τρέλα για διακρίσεις και επιτυχίες- νιώθω σεβασμό απέναντι τους ακόμη κι αν δεν τους ξέρω. Ο Μιχάλης ήταν ένα τέτοιο παιδί από την αρχή που τον γνώρισα. Με την ευκαιρία, λοιπόν, του τραγουδιού που είπαμε μαζί (“Σε ποιον να πω το σ’ αγαπώ”) όταν μου πρότεινε να κάνουμε κάτι μαζί, είπα οκ. Γιατί ήθελα να θυμίσω στον κόσμο αυτό που είναι. Μουσικός. Το ότι μπορεί να πάρει μια κιθάρα και να “τζαμάρει” όπου και να τον βάλεις».
Τα βρήκε με τους μουσικούς σου… «Μα δεν υπήρχε περίπτωση να μην τα βρει. Αυτό που συμβαίνει με τους μουσικούς δεν είναι εύκολο να το πω με λέξεις. Βλέπεις να συναντιούνται άνθρωποι που δεν είχαν καμιά σχέση μεταξύ τους, να ανοίγει μια πόρτα και να λένε “γεια ήρθα”, να κάθονται να παίζουν και να φτιάχνεται αμέσως μια σχέση. Απίστευτη σχέση. Το μόνο που χρειάζεται είναι να είσαι στο ίδιο επίπεδο –μουσικά. Δηλαδή να τρέχεις κατοστάρι. Όταν τους συνδέει μάλιστα και κοινή παιδεία, τότε το πράγμα απογειώνεται».
Συνοδοιπόροι και συνδημιουργοί της, οι μουσικοί που διαμορφώνουν το «έργο» Γαλάνη, αποτελούν σίγουρα αναπόσπαστο κομμάτι του προσανατολισμού, των ιδεών της, της δράσης της. Αναπόσπαστο κομμάτι και για το όνειρο Chronos + Τακίμ που έγινε πραγματικότητα φέτος τον χειμώνα. Από τον Μάκη Μουράτογλου που με τη βοήθειά του γνώρισε πριν 12 χρόνια νέες τάσεις και πρόσωπα και έφτιαξε τη βάση της τωρινής της ορχήστρας (Gazarte) μέχρι τον βιμπραφωνίστα Χρήστο Ραφαηλίδη που ήταν ο πρώτος με τον οποίο μοιράστηκε τις ανησυχίες της.
«Τον γνώρισα πριν πολλά χρόνια σε ένα καλοκαιρινό μουσικό σεμινάριο που έκανα στο Berkekeley της Βοστώνης. Έχοντας συνεργαστεί ήδη με μουσικούς, όπως ο Θωμάς Κωνσταντίνου και μιλώντας μαζί του αρχίζει να διαμορφώνεται η ιδέα του Chronos project. Μια ορχήστρα διαφορετική που θα πειραματιστεί με έναν άλλο τρόπο και θα ενώσει Δύση/ Ανατολή. Συζητώντας με τον Χρήστο κατεβαίνουν ιδέες και πρόσωπα και μια μέρα μου γνωρίζει τον Πέτρο Κλαμπάνη- μουσική ιδιοφυΐα κατά τη γνώμη μου. Εκείνος θα φέρει τον φίλο του πιανίστα Σπύρο Μάνεση κι εγώ με την σειρά μου θα τους γνωρίσω τον Θωμά Κωσταντίνου. “Παιδιά, τους λέω μ αυτό έχω τριπάρει, αυτό θέλω να κάνω. Πάμε”. Κι έγινε αυτό το καταπληκτικό πράγμα, αυτή η ένωση Δύσης/ Ανατολής που δεν είναι καθόλου αυτονόητη για μουσικούς που θεωρητικά ανήκουν σε διαφορετικούς κόσμους. Ολο αυτό ολοκληρώθηκε φέτος, με όλα τα μέλη των Τακίμ να αυτοσχεδιάζουν μαζί με τους Chronos στην παράσταση του Μεγάρου».
Ποιος ήταν ο απόηχος απ’ αυτή την παράσταση; Θα παιχτεί ξανά; Θα πάει στο εξωτερικό; «Eδω να μου επιτρέψεις να εκφράσω ένα μικρό παράπονο. Γιατί πλην μερικών ανθρώπων που ασχολούνται με την μουσική- αλλά είναι λίγοι κι όσο πάει λιγοστεύουν- η κάλυψη του δεν ήταν η ανάλογη. Και είναι κρίμα…»
Θα βγει εκτός Ελλάδας… «Θεωρώ ότι το πρότζεκτ αυτό είναι ο,τι καλύτερο για το πρόσωπο της Ελλάδας προς τα έξω –γιατί συνδέει τον αυτοσχεδιασμό της παράδοσης μας με τον αυτοσχεδιασμό της Δύσης με ένα τρόπο μαγικό. Η δική μου παρουσία με ενδιαφέρει λιγότερο και το εννοώ αυτό που λέω».
Πραγματικά ήταν η μοναδική παράσταση που είδα τα τελευταία χρόνια όπου δίνεται τόσος χώρος στους μουσικούς. Στη μουσική. «Μα ήταν πιο σημαντικό για εμένα να πραγματοποιηθεί το όραμα που είχα τόσα χρόνια, παρά να τραγουδήσω εγώ η ίδια. Δηλαδή αισθάνομαι μεγάλη τιμή που μπορώ να σταθώ και να τραγουδήσω ανάμεσα σε τόσο σημαντικούς μουσικούς. Έγινε το όνειρο μου πραγματικότητα. Κι αυτό μου το προσέφεραν με τόση γενναιοδωρία αυτοί οι άνθρωποι. Οπότε εγώ να βγω να καμώνομαι την «καμπόσα»; To μόνο που κάνω είναι ότι έχω ένα όνομα που το βάζω εκεί πάνω σαν προβολέα για να έρθει ο κόσμος να δει το θαύμα που γίνεται. Κι όλο αυτό μεταδίδεται μερικώς…»
Πάντα τα καλά οι λίγοι τα προσέχουν. Νομίζω ισχύει σε όλες τις εποχές και σε όλες τις μορφές τέχνης… «Κοίτα να σου πω. Ναι, λίγοι ήταν πάντα, αλλά τώρα δεν δίνεται η παραμικρή δυνατότητα οι λίγοι να γίνουν περισσότεροι. Κάποτε την εξουσία την ενδιέφερε να έχει μια σχέση με την πνευματικότητα. Τώρα πια όχι μόνο δεν την ενδιαφέρει, αλλά μην σου πω ότι αν μπορούσε θα την πάταγε και θα την εξαφάνιζε. Τι να πω, τόσο πολύ τους ενοχλεί να ανοίξει ο κόσμος τα μάτια του να δει ότι δεν είναι μόνο το άσπρο και το μαύρο;
Εν τω μεταξύ η πλάκα είναι ότι δεν ανακοινώνονται και πράγματα που έχουν κοινό, κόσμο που τα ακολουθεί – δεν είναι μεταξύ μας Μεταξά. Κι αν πας λίγο πιο έξω από την Αττική το χάος. Το «σκυλάδικο» , το λεγόμενο και μέιν στριμ, σύννεφο. Τα ίδια πρόσωπα, τα ίδια τραγούδια, τα ίδια και τα ίδια. Ναι δεν είναι εύκολα τα πράγματα για κανέναν πλέον, δεν υπάρχουν «χαραμάδες» και είναι κρίμα γιατί γίνονται πράγματα, υπάρχει υλικό, εξαιρετικό υλικό».
Τη ρωτώ πώς ήταν τα πράγματα όταν ξεκινούσε εκείνη. Γιατί η αλήθεια είναι ότι υπήρχε ανέκαθεν μια «αγκύλωση» στα στρατόπεδα της μουσικής. «Μια δυσκαμψία. Κυρίως στους επαγγελματίες «γραφειάδες» (η δημοσιογράφους περί των μουσικών) οι αγκυλώσεις ελληνικού/ ξένου ρεπερτορίου, ρεμπέτικου/ ποπ παρότι ηταν πιο έντονες στο παρελθόν, ακόμα υπάρχουν. Και η μεγαλύτερη τάση εσωστρέφειας βαραίνει το ελληνικό τραγούδι».
«Έχουμε τα φοβικά μας σύνδρομα», λέει και επιστρέφει στα 70ς. «Όταν ξεκίναγα εγώ χωρίς να λέγεται καθαρά, εμμέσως πλην σαφώς, το ρεμπέτικο ήταν ο απαγορευμένος καρπός για μας που δεν είχαμε σχέση βιωματική με το λαϊκό. Εμένα με θεωρούσαν από πολύ “λάιτ” μέχρι πολύ έντεχνη για παράδειγμα. Σου έλεγαν, εσύ έχεις μια ιστορία να σε ακολουθεί; Τι σχέση έχεις με την φτώχεια, την μετανάστευση κ.λ.π, κ.λ.π. Ναι ρε παιδιά, εγώ μπορεί να μην έχω, αλλά έχει ο παππούς μου. Υπάρχει ελληνική οικογένεια που να μην έχει σχέση με την μετανάστευση; Αλλά εγώ αυτά τα περί “αστής τραγουδίστριας” δεν τα καταλάβαινα. Ούτε μασούσα. Και ξέρεις γιατί. Γιατί είμαι “αταξικό” πλάσμα- αν είναι κάτι που με χαρακτηρίζει είναι αυτό. Γιατί έτσι μεγάλωσα. Δεν τσιμπάω στις ευκολίες και τα κλισέ απ όπου κι αν προέρχονται».
Βγαίνει αυτό και στον τρόπο που πορεύτηκες στο τραγούδι… «Ναι γιατί έχω δημιουργήσει ένα χνάρι πλέον… Και ότι κάνω με τη μουσική το κάνω με μεγάλη ησυχία και χωρίς συμπλέγματα…»
Σπάνιο αυτό το «χωρίς συμπλέγματα». Όλο και πιο σπάνιο. Στην Ελλάδα… «Και μπορείς να το βρεις σε ανθρώπους ανεξαρτήτως καταγωγής, τάξης κοινωνικής, επαγγέλματος κ.λ.π. Αυτό το “ωραίος Έλληνας” είναι άνθρωποι που είχαν το προνόμιο να έχουν εισπράξει, αγάπη και αποδοχή από την οικογένειά τους. Και επειδή αν δούμε την οικογένεια σαν το πρώτο κύτταρο μιας κοινωνίας, και ως κοινωνία έχουμε ταλαιπωρηθεί πολύ, και επαναλαμβάνουμε διαρκώς τα ίδια λάθη, πρέπει κάποια στιγμή να ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο και να αγαπήσουμε τον εαυτό μας… Να μην έχουμε αναστολές για το τι θα πει ο ένας κι ο άλλος, να κάνουμε αυτό που λέει η καρδιά μας…»
Θα παίξετε πολύ ακόμα στο Gazarte; «Mέχρι την Κυριακή. Ηταν να παίξουμε λιγότερο, αλλά βάλαμε μερικές παραστάσεις ακόμα…»
Και το καλοκαίρι; «Περιοδεία…Αλλά σε επιλεγμένα μέρη. Δεν μου αρέσει να παίρνω σβάρνα τα όρη και τα βουνά».
Να το διασκεδάζουμε και λίγο… «Nα κάνουμε αυτό που θέλουμε. Χωρίς φόβο. Αλλά με πάθος».
Συνταγή… νεότητας – αν μπορεί να το πούμε έτσι… «Εμένα μου δόθηκε ένα χάρισμα το οποίο μου επέτρεψε να γίνω καλύτερος άνθρωπος. Αν αυτό που κάνεις το σέρνεις στην πλάτη σου, βλέποντας το στυγνά βιοποριστικά, δεν πρόκειται να καταφέρεις τίποτα στο τέλος. Η τύχη μου ήταν ότι το βρήκα νωρίς και μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που με στήριξε».
Η πορεία μας είναι πολλές φορές και το αποτέλεσμα μιας συναισθηματικής ωριμότητας – που δεν έχει να κάνει άμεσα με το ταλέντο μας. Θέλω να πω ότι θέλει πολλούς «συνδυασμούς» ταλέντων μια πορεία που κρατάει αδιάκοπα 50 χρόνια… «Σίγουρα είναι και η συναισθηματική νοημοσύνη. Και τύχη. Βλέπεις εγώ είχα την τύχη να μην γίνω ποτέ είδωλο. Ευτυχώς. Αυτό που συνέβη στον Μιχάλη δηλαδή -που αμέσως έγινε είδωλο και για πολλά χρόνια. Ξέρεις τι φορτίο είναι αυτό; Δεν αντέχεται αυτό το πράγμα εύκολα, δεν το αντέχει η ψυχή σου. Γι’ αυτό χαίρομαι πραγματικά τώρα που επέστρεψε. Κάνει ένα βηματισμό ωριμότητας».
Info: 3 τελευταίες παραστάσεις της στο GAZARTE είναι 22,23&25/3
πηγή: tospirto.net