Καθώς ο ελληνικός πολιτισμός κλυδωνίζεται όπως ποτέ στην πρόσφατη ιστορία του μέσα στην πανδημία, οι μικρές – μα μεγάλης σημασίας- σκηνές διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο. Πώς μπορούν να επιβιώσουν;

 

Η βασανιστική αναμονή για το υγειονομικό πρωτόκολλο που θα επιτρέψει (όποτε και αν επιτρέψει) την λειτουργία των κλειστών χώρων πολιτισμού αναμένεται να αναδείξει και επίσημα την μεγάλη δυσκολία – πιθανώς και το αδιέξοδο – των μικρών σκηνών να επιβιώσουν τον χειμώνα της πανδημίας.

Οι χαμηλές πληρότητες – που όπως έχει προλογίσει η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη θα κυμαίνονται από 50%, στην καλύτερη περίπτωση έως 60% – θα είναι μια από τις βασικές οδηγίες του πρωτοκόλλου, αφήνοντας πολύ χαμηλά περιθώρια για έσοδα· ανίκανα να συντηρήσουν τις μικρές θεατρικές επιχειρήσεις. Κι όμως είναι αυτές που αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα γρανάζια στο μηχανισμό της ελληνικής θεατρικής παραγωγής.

svg%3E

Η σκηνή του Faust όπως λειτούργησε για οκτώ χρόνια.

 

Στροφή στην εκπαίδευση

Ο πολυχώρος του Faust είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα που μετακυλεί τη θεατρική του δραστηριότητα σ’ έναν πλήρες κύκλο σεμιναρίων κι εργαστηρίων από σημαντικούς δημιουργούς των παραστατικών τεχνών, της μουσικής, του κινηματογράφου, διάρκειας (σε πρώτη φάση) ενός εξαμήνου. Ήταν μια ιδέα που οι καλλιτεχνικοί του υπεύθυνοι Αντώνης Περιστεράκος και Αλέκος Συσσοβίτης επεξεργάζονταν εδώ και δύο χρόνια, αλλά η συγκυρία του lockdown τους ώθησε να οργανώσουν αναλυτικά και να επισπεύσουν την εφαρμογή της.

 

«Μπήκαμε τώρα σε αυτήν την διαδικασία γιατί δεν μπορούμε να στηρίξουμε την καλλιτεχνική δημιουργία με το 50% της πληρότητας σε μια σκηνή 70 θέσεων. Είμαστε ένα μικρό θέατρο, μη επιχορηγούμενο, με σημαντική προσφορά επί, σχεδόν, μια δεκαετία αλλά όσο κι αν το προσπαθήσαμε συνειδητοποιήσαμε πως δεν έχουμε την οικονομική δυνατότητα να στελεχώσουμε τις παραγωγές μας με, πρώτης γραμμής, ηθοποιούς. Κατά συνέπεια, συστήναμε ένα πρόγραμμα βασισμένο σε νέους δημιουργούς ή χρηματοδοτώντας εμείς τις παραγωγές μας. Όμως, τελικά αυτό είναι μοντέλο που δεν μπορεί να αποδώσει διαχρονικά. Γι’ αυτό και αποφασίσαμε να διαθέσουμε τους δύο ορόφους του Faust στην πολιτιστική έρευνα, στην φροντίδα του πνεύματος, της ψυχής και του σώματος και ίσως έτσι να δούμε με μεγαλύτερη ελπίδα τα πράγματα» εξηγεί ο Αλέκος Συσσοβίτης· καθώς το Faust αθροίζεται στις μικρές σκηνές που θα ρίξουν το βάρος τους σε εκπαιδευτικού χαρακτήρα δράσεις.

 

Επίσης, το Skrow εγκαινιάζει το ετήσιο καλλιτεχνικό εργαστήρι SkroWorks με τους Βασίλη Μαυρογεωργίου, Μιχάλη Συριόπουλο και Πάρη Μαντόπουλο ως διδάσκοντες πάνω στην υποκριτική, το χορό, τη μουσική.

Ο Άγγελος Μπούρας, δημιουργός του «Γκλόρια Μικρό», μετακομίζει στην Β’ σκηνή του Άλμα, την οποία δρομολογεί να ενεργοποιήσει από τα μέσα Νοεμβρίου με σεμινάρια και διαλέξεις ενώ, όπως όλα δείχνουν, δεν θα παρουσιάσει προγραμματισμό νωρίτερα από τα μέσα Δεκεμβρίου.

svg%3E

Ο Μιχάλης Συριόπουλος, ο Βασίλης Μαυρογεωργίου και ο Πάρης Μαντόπουλος διδάσκουν στο SkroWorks.

Έχει μέλλον η σεζόν;

Τα θέατρα μικρής ή μικρότερης κλίμακας είθισται να εγκαινιάζουν νωρίτερα τη χειμερινή σεζόν, κάτι που μεταφράζεται πως – υπό κανονικές συνθήκες – θα είχαν ήδη ανοίξει ή θα άνοιγαν τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου. Καθώς το επιδημιολογικό φορτίο έχει γίνει ο δείκτης που ορίζει τα πάντα, οι άνθρωποι του θεάτρου βρίσκονται σε εκκρεμότητα τόσο για τους όρους όσο και για το χρόνο έναρξης τους.

Φωτεινή Μπάνου: Είναι τέτοια η έλλειψη οργάνωσης που, κατά την γνώμη μου, η σεζόν έχει ήδη καταστραφεί

«Πατάμε σ’ ένα έδαφος σαθρό. Όταν η κυβέρνηση δεν έχει προνοήσει για να ενισχύσει το σύστημα υγείας, όταν στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και στα σχολεία επικρατεί χάος, δεν μπορεί παρά να έπεται το τι θα γίνει με τα θέατρα. Έπρεπε να έχουν εξασφαλιστεί όλα τα προηγούμενα για να έχουν νόημα οι οδηγίες για τη χρήση μάσκας μέσα στο θέατρο ή για την πληρότητα του 50%. ‘Όμως, από παντού παίρνουμε σήματα ότι ο πολιτισμός δεν είναι χρήσιμος. Από την μια, σκανδαλωδώς κλείνουν τα ανοιχτά θέατρα. Από την άλλη, η βασική κυβερνητική πρόταση είναι ο πολιτισμός σε live streaming. Πείτε μου που μπορεί να πατήσει ένας σοβαρός επαγγελματίας για να κάνει τον προγραμματισμό του. Είναι τέτοια η έλλειψη οργάνωσης που, κατά την γνώμη μου, η σεζόν έχει ήδη καταστραφεί» διαμαρτύρεται η Φωτεινή Μπάνου, συν-δημιουργός με τον Δημήτρη Αλεξάκη του δραστήριου ΚΕΤ στην Κυψέλη. Παρά την διάχυτη αβεβαιότητα, είναι αποφασισμένοι να λειτουργήσουν το Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων όταν δοθεί το πράσινο φως, τηρώντας όλους τους υγιεινομικούς κανόνες που θα επιβληθούν.

svg%3E

Δημήτρης Λάλος.

Μονόδρομος η λειτουργία

Το ίδιο και το Vault των δύο μικρών σκηνών στο Βοτανικό που φιλοξενούν έκαστη 60 και 55 θεατές αντίστοιχα. «Είμαστε αναγκασμένοι να λειτουργήσουμε. Φαντάζομαι πως πολλοί συνάδελφοι, διαχειριστές μικρών σκηνών, θα προτιμούσαν να μην ανοίξουν καθόλου αν η Πολιτεία πρότεινε ένα εναλλακτικό σχέδιο ενίσχυσης μας, έστω και μερικής. Όπως έχουν τα πράγματα τώρα, τι άλλο μπορούμε να κάνουμε; Στο Vault, για παράδειγμα, έχουμε λάβει το ποσό των 800 ευρώ κι έκτοτε έχουν περάσει επτά μήνες με μηδενικά έσοδα ενώ όλα τα πάγια έξοδα του θεάτρου τρέχουν κανονικά. Θ’ ανοίξουμε και στην καλύτερη εκδοχή θα καλύψουμε ένα μέρος από τα έξοδα μας. Σε αυτά, πρέπει να προσθέσουμε τις καθημερινές απολυμάνσεις στο χώρο. Όποιες αποκλίσεις κι αν προκύψουν δεν είναι βιώσιμο το σενάριο λειτουργίας μας» τονίζει ο καλλιτεχνικός του υπεύθυνος Δημήτρης Καρατζιάς.

Πώς θα διασφαλιστεί η προσέλευση;

Τα ποσοστά πληρότητας (που για όλα τα θέατρα δεν φαίνεται να ξεπεράσουν το μισό της συνολικής τους χωρητικότητας) δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που καθιστά ασύμφορη ή επώδυνη τη λειτουργία των μικρών θεάτρων. Ο Δημήτρης Λάλος που δραστηριοποιείται στο Tempus Verum της πλατείας Κεραμεικού δηλώνει ικανοποιημένος «αν καταφέρουμε να έχουμε τα 50 εισιτήρια που θα μας επιτραπούν από τις 100 θέσεις που διαθέτουμε. Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι η πληρότητα αλλά η προσέλευση. Θα υπάρξει η μάξιμουμ προσέλευση; Συνεπώς, αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε είναι να ακούσουμε και από θεσμικά χείλη, από το υπουργείο Πολιτισμού και όχι μόνο πως το θέατρο είναι ασφαλές, πως η επιστροφή στο θέατρο – τηρώντας το υγειονομικό πρωτόκολλο είναι θεμιτή – κι όχι να πουλιέται φόβος χωρίς κριτήρια. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια παγκόσμια κατάσταση και βάσει αυτής πρέπει να πορευτούμε και να επιζήσουμε. Όμως, για να κρατηθούμε ζωντανοί πρέπει να είμαστε θαρραλέοι και ψύχραιμοι, όχι να ενδίδουμε στην τρομοκρατία της πληροφόρησης» σημειώνει ο ηθοποιός και σκηνοθέτης.

Δημήτρης Λάλος: Το ζήτημα δεν είναι η πληρότητα αλλά η προσέλευση. Θα υπάρξει η μάξιμουμ προσέλευση;

Από το γειτονικό και πολυπαραγωγικό «104», ο παραγωγός Θάνος Δημητριάδης συμφωνεί πως το μεγαλύτερο πρόβλημα επιβίωσης δεν βρίσκεται στις περιορισμένες πληρότητες που αναμένεται να εγκριθούν από το υπουργείο Υγείας αλλά στο ότι «ο μοναδικός προστάτης της δουλειάς μας είναι το κοινό. Είναι λυπηρό που αυτή εξακολουθεί να είναι η πραγματικότητα κάτω από μια τέτοια συγκυρία αφανισμού της τέχνης. Το υπουργείο Πολιτισμού έχει αποποιηθεί κάθε του ευθύνη απέναντι στο θέατρο. Είναι σαν ένα παιδί να αρρωσταίνει και να μην έχει τον γονιό του δίπλα του».

svg%3E

Σκηνή από το «Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φρατζόλα ψωμί» που παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία στο «104» και ανέδειξε την σκηνοθέτιδα Σοφία Μαραθάκη.

Γεννήθηκαν στην κρίση

Οι μικρές σκηνές είναι παιδιά μιας άλλης, μεγάλης δοκιμασίας. Ανδρώθηκαν και πολλαπλασιάστηκαν όταν ξεσπούσε η οικονομική κρίση και οι πόροι για τους ηθοποιούς σε συγγενείς δραστηριότητες (κυρίως στην τηλεόραση) περιοριζόταν δραματικά. Λίγο αργότερα θα καταργούνταν και οι επιχορηγήσεις, αναγκάζοντας τις να εστιάσουν αποκλειστικά στη σχέση τους με το κοινό.

Η παγίδα των προσκλήσεων

Είναι κοινό μυστικό πως τις δύσκολες ημέρες όταν ελάχιστα εισιτήρια κόβονταν στο ταμείο τα θέατρα – και κυρίως οι μικρότερες σκηνές – διέθεταν προσκλήσεις προκειμένου να γεμίσουν τις πλατείες τους και να κυκλοφορήσουν την φήμη της παράστασης τους δια στόματος του θεατρόφιλου κοινού. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι επιχειρηματίες που εντοπίζουν σε αυτή τη συγκυρία την ευκαιρία να περιοριστεί αυτό το φαινόμενο και τα θέατρα να στηριχτούν στις αντικειμενικές δυνάμεις τους.

Ο Βαγγέλης Κώνστας συνεργάτης παραγωγός της «Σφενδόνης» τόνιζε σε ρεπορτάζ του Monopoli τον Αύγουστο πως «το θέατρο είναι ένα αγαθό που πρέπει να πληρώνεται. Ωστόσο, όλα αυτά τα χρόνια η διάθεση δωρεάν Τέχνης μέσα από το θεσμό των προσκλήσεων απλώς καθησύχαζε εκείνους που δεν ήθελαν να παίζουν μπροστά σε μισοάδειες πλατείες. Ίσως είναι καιρός να ξαναδούμε πως μπορούμε να γεμίσουμε πραγματικά τα θέατρα».

svg%3E

Σκηνικά αντικείμενα στο Vault του Βοτανικού.

Η Πολιτεία να μπει σε δράση

Χωρίς ανάσα, οι μικρές σκηνές περνούν από τη μια κρίση στην άλλη. Η σημαντική διαφορά έγκειται στο γεγονός πως η υγειονομική κρίση βγάζει από το κάδρο ή τουλάχιστον μειώνει δραματικά τους θεατές και φυσικούς χορηγούς του. «Σ’ αυτή την έκτακτη συνθήκη, η ελληνική πολιτεία θα έπρεπε – όπως γίνεται παντού στην Ευρώπη – να θεσπίσει μέτρα και ευνοϊκούς όρους για τις επιχειρήσεις μας: Να έχουν πρόσβαση περισσότεροι εργαζόμενοι στο ταμείο ανεργίας, να επεκτείνει το πρόγραμμα αναστολής εργασίας, να ενισχύσει τις ΑΜΚΕ όπως έχει δεσμευτεί, να ολοκληρώσει το μητρώο καλλιτεχνών όπως επίσης έχει δεσμευτεί και φυσικά να εφαρμόσει έναν πολιτικό σχεδιασμό που να πράττει για τον πολιτισμό και να πράττει εγκαίρως» προτείνει η Φωτεινή Μπάνου του ΚΕΤ.

svg%3E

Η σκηνοθεσία της Μαρίας Μαγκανάρη στον «Θείο Βάνια» όπως παρουσιάστηκε στο ΚΕΤ, αξιολογήθηκε ως ένα από τα καλύτερα ανεβάσματα Τσέχωφ της δεκαετίας.

Τα μικρά θέατρα, τα μεγάλα

Η συζήτηση για τα μικρά θέατρα δεν ανοίγει μόνο για την επισφαλέστατη θέση στην οποία βρίσκονται εν μέσω πανδημίας. Αλλά κυρίως γιατί είναι οι σημαντικότεροι θύλακες έρευνας, πειραματισμού της ελληνικής σκηνής, γιατί τολμούν να πάρουν το ρίσκο κι αυτό κάποιες φορές τα εντάσσει στην πρωτοπορία, γιατί στην προσπάθεια να καλύψουν το έλλειμμα σε τεχνικά μέσα καλλιεργούν άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά στις παραστάσεις τους, γιατί αποτελούν την μήτρα των πρωταγωνιστών της επόμενης γενιάς, γιατί αποτελούσαν και αποτελούν βήμα για νέες ομάδες, γιατί τροφοδοτούν με υλικό, πρόσωπα και ιδέες τους θεσμούς και τους μεγάλους οργανισμούς.

Αλέκος Συσσοβίτης: Οι μικρές σκηνές σε κάνουν να σκύψεις στα ταπεινά

«Από την στιγμή που δεν κινούνται με άξονα την εμπορικότητα, οι μικρές σκηνές σε κάνουν να σκύψεις στα ταπεινά. Όσες φορές έπαιξα σε μεγαλύτερα θέατρα πάντα νοσταλγούσα την αλήθεια που κατατίθενται στα μικρά» λέει ο Αλέκος Συσσοβίτης και η Φωτεινή Μπάνου προσθέτει πως «εδώ είναι το φυτώριο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, εδώ είναι η βάση του θεάτρου. Αν λείψουν τα μικρά θέατρα, ακόμα και η μεγαλύτεροι χώροι θα χάσουν κάτι από την ενέργεια τους. Σκεφτείτε πόσοι καταξιωμένοι δημιουργοί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό επιστρέφουν συχνά σε μικρής κλίμακας χώρους για να ξαναβρούν το κέντρο τους».

Ακόμα κι αν κανείς αντιμετωπίσει τις μικρές σκηνές όχι με πολιτιστικά αλλά με αμιγώς κοινωνικά κριτήρια πάλι θα βρει έναν κρίσιμο ρόλο για τους αποδώσει: Είναι ζωντανά κέντρα, πυρήνες υγιούς αλληλεπίδρασης και αναβάθμισης του κοινωνικού και οικονομικού ιστού σε όποιες γειτονιές της πόλης κι αν έχουν εγκατασταθεί. Σε αντιστρόφως ανάλογη σχέση με το μέγεθος τους, σηματοδοτούν πολλά και σπουδαία για την ελληνική τέχνη.

Συντάκτρια: Στέλλα Χαραμή
Πηγή: www.monopoli.gr